ελάττωμα δέκτη

ελάττωμα δέκτη
Ελάττωμα σε έναν δέκτη το οποίο εμποδίζει τη χημική ουσία, η οποία κανονικά συνδέεται με αυτόν, να εκδηλώσει το αποτέλεσμά της.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Ελλάδα - Τηλεόραση — ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ Ήταν Απρίλιος του 1966 όταν από το χώρο που είχε διαθέσει ο ΟΤΕ στο τότε ΕΙΡ (Ελληνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας) έγινε η πρώτη εκπομπή τηλεοπτικού προγράμματος. Ήταν το πρώτο τηλεοπτικό δελτίο ειδήσεων. Με καθυστέρηση μιας τουλάχιστον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”